Ωδείο Αθηνών

Το 1959 προκηρύσσεται διαγωνισμός που αφορά στο Πνευματικό Κέντρο της Αθήνας, ένα μεγαλεπήβολο όραμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή το οποίο θα περιλάμβανε κρατικό θέατρο, κτίριο συναυλιών και συνεδρίων, ακαδημία μουσικής, μουσείο και πινακοθήκη, βιβλιοθήκη και υπαίθριο θέατρο με μια μεγάλη πλατεία. Η θέση του οικοπέδου μοιάζει σαν τρίγωνο, αν δει κανείς τον χάρτη, που περικλείεται από τις οδούς Βασιλίσσης Σοφίας, Ριζάρη, Βασιλέως Κωνσταντίνου, Βασιλέως Γεωργίου Β΄ και Ρηγίλλης.

Τον διαγωνισμό κερδίζει ο Ι. Δεσποτόπουλος (1903-1992), ο οποίος μετά από σπουδές στο ΕΜΠ, στη σχολή του Bauhaus στη Βαϊμάρη με τον Walter Gropious, τον Mies van der Rohe, τον Hannes Meyer και τέλος στο Ανόβερο γυρίζει στην Ελλάδα. Η πρόταση έχει ως προϋπόθεση την κατεδάφιση του Σαρόγλειου Μεγάρου (ΛΑΕΔ) και τη μετακίνηση του Βυζαντινού Μουσείου πάνω σε ράγες. Αρχίζουν οι ενστάσεις, συζητήσεις επί συζητήσεων, τα γνω- στά στον ελλαδικό χώρο προβλήματα, που μάλλον δεν θα πάψουν ποτέ, και αυτό που θα πάρει το πράσινο φως είναι το Ωδείο Αθηνών, το οποίο και παραμένει ατελές μέχρι τις μέρες μας.

Το κτίριο αρχίζει να κατασκευάζεται το 1969 και παραδίδεται το 1976, όταν και πήρε τον χαρακτηρισμό από κάποιους ως χουντικό, επειδή κατασκευά- στηκε την περίοδο αυτή. Αγνοώντας ότι ο σπουδαίος αυτός αρχιτέκτονας το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το αφιέρωσε σε έργα που αφορούν στην κοινωνία, δηλαδή στον άνθρωπο, χτίζοντας νοσοκομεία, σχολεία, πολιτι- στικά κέντρα κ.ά.

Φτάνοντας στην είσοδο, βλέπει κανείς το στενόμακρο αυτό κτίριο, που χαρα- κτηρίζεται από τις καθαρές γραμμές του μοντέρνου κινήματος, τις λεπτομέρει- ες στις επενδύσεις των μαρμάρων που καλύπτουν το σύνολο κάθε επιφάνειας, αλλά και από την ωραία αίσθηση που έχεις όταν βρεθείς στη στοά που διατρέ- χει τη δεξιά πλευρά του κτιρίου (νιώθεις πάντα δροσιά), μια ιδέα παρμένη από την αρχαία Ελλάδα και την παράδοση, ενός δηλαδή σκεπαστού διαδρόμου, τόσο γνώριμου στην ελληνική αρχιτεκτονική. Επίσης εντυπωσιακό είναι και το δώμα του κτιρίου, όπου μπορεί κανείς να έχει θέα από το λύκειο του Α ριστοτέλη και το Βυζαντινό Μουσείο έως τον λόφο του Λυκαβηττού και τον Υμηττό.

Το συνολικό εμβαδόν του είναι 13.500 τ.μ. και αποτελείται από το ισόγειο και τον όροφο, καθώς και δύο ορόφους στο υπόγειο. Ο αρχικός σχεδιασμός του ήταν, θα λέγαμε, κάθετος, για τρεις διαφορετικές χρήσεις (χορός, μουσική, θέατρο), κάτι το οποίο δεν έγινε, διότι δεν αποπερατώθηκε έως σήμερα, και γίνεται οριζόντια χρήση στους χώρους που είναι διαθέσιμοι. Πρέπει να τονί- σουμε ότι το ΝΕΟΝ έχει αναλάβει μια σημαντική πρωτοβουλία για τη διαμόρ- φωση του ενός υπογείου και τη δημιουργία αμφιθεάτρου 700 θέσεων, φουαγέ και κοινόχρηστων χώρων, όπως προέβλεπε το αρχικό σχέδιο.

 

Τα σχέδια υπάρχουν και αφορούν σε κάθε λεπτομέρεια (για τα υπόγεια, την διάταξη στους ορόφους, τους περιβάλλοντες χώρους και τη φύτευση δέντρων, την απομάκρυνση των σιδεριών από τα κλιμακοστάσια κ.τ.λ.), ώστε να μπορέσει να πάρει την τελική του μορφή αυτό το υπέροχο κτίριο, που μένει ημιτελές για 40 και πλέον χρόνια.

Ίσως κάποτε πρέπει να δείξουμε τον σεβασμό που αρμόζει σε ό,τι αφορά στην κληρονομιά του τόπου, που είναι μεγάλη και σπουδαία, και να μη σκαρφιζόμαστε τρόπους για το πώς θα βολευτούν κάποιοι, κόβοντας έτσι το νήμα της συνέχειας με τη λογική «όλα απ’ την αρχή». Είμαστε σε περίοδο κρίσης, ας νοικοκυρέψουμε ό,τι έχουμε (να σκουπίσουμε, να βάψουμε, να μπουν δυο φώτα, μια βρύση), να δώσουμε ζωή όπου δεν υπάρχει. Άμα κάποτε έρθουν καλύτερες μέρες, ας μαζευτούν τα «όρνεα», να κάνουν πάλι σχέδια.

Design