της Σάντυ Τσαντάκη
Γνωριζόμαστε δεκαετίες. Έχουμε αποκτήσει δικούς μας κώδικες. Συνεντεύξεις στην τηλεόραση, όταν ακόμη δεν ήταν σχεδιαστής, εικόνες με λέξεις στα περιοδικά, στην εφημερίδα, χειροκρότημα και γραπτή επιβράβευση στη σκηνή. Σε μια κριτική για την Εβδομάδα Μόδας είχα γράψει «από κριτής, κρινόμενος» και το εννοούσα. Η μετάβαση υπήρξε μάλλον λυτρωτική. Ο Βασίλης Ζούλιας έχει φανατικές groupies. Και άνδρες που τον ευγνωμονούν για τον τρόπο που ντύνει τις γυναίκες.
Ποιος είναι όμως στ’ αλήθεια ο Ταλαντούχος κύριος Ζούλιας, λίγο πριν σκηνοθετήσει την επόμενη υπερπαραγωγή με ρετρό, ελληνικό φως; Από κριτής, κρινόμενος λοιπόν. Και από fashion editor στα περιοδικά μόδας, με μια Polaroid στο χέρι, σχεδιαστής. Κουτυριέ. Τι αλλάζει στην ιστορία; Υπάρχει επιστροφή;
Από κριτής, κρινόμενος… Η πιο σωστή κουβέντα που έχω ακούσει. Μεγάλη κουβέντα όμως. Και ο σχεδιαστής, και ο κουτυριέ. Εγώ δεν θέλω να βάλω αυτόν τον τίτλο στον εαυτό μου. Είμαι πιο πολύ στυλίστας, ακόμη και μέσα από αυτή τη δουλειά. Νομίζω ότι είναι βαρύς ο τίτλος, και του σχεδιαστή, και του κουτυριέ ακόμη πιο πολύ. Εγώ κάνω περισσότερο styling. Επειδή έχω φοβερά αρχεία, μεγάλη αγάπη για τα ρούχα, τα γυρνάω ανάποδα, προσπαθώ να αφομοιώσω τεχνικές. Και τα χέρια που δουλεύουν για μένα είναι άνθρωποι που έχουν δουλέψει με υψηλή ραπτική και μόνο. Οπότε ναι, υπάρχει μια αίσθηση υψηλής ραπτικής, και αξιών, μέσα στο εργαστήριο. Demi-couture, αυτό μου ταιριάζει. Για την ώρα. Αργότερα μπορεί να προχωρήσουμε.
Αυτά τα χέρια υπάρχουν; Βρίσκονται;
Ναι. Βέβαια δεν υπάρχουν όπως παλιά. Eγώ βλέπω, από την πρακτική όπου έρχονται πολλά κορίτσια, με πόση αφοσίωση και αγάπη κοιτούν τις παλιές μοδίστρες για να μάθουν από αυτές. Αλλά θέλουν να γίνουν σχεδιάστριες, όχι να κάνουν αυτή τη δουλειά. Είναι βαριά, χειρωνακτική δουλειά το ράψιμο. Εγώ τα λέω «χρυσά χέρια». Μια φορά ανέβασα στο Instagram ένα βίντεο με τα γερασμένα χέρια μιας μοδίστρας, πήρε χιλιάδες likes και ένα σχόλιο μιλούσε για την «αγάπη που ακουμπάει το ύφασμα».
Η αγάπη φαίνεται. Η διαδρομή παραμένει η ίδια;
Ξεκινά από πολύ μικρή ηλικία. Δεκαέξι χρονών έκανα την πρώτη μου επαγγελματική φωτογράφιση, οπότε πηγαίνουμε πίσω σχεδόν 35 χρόνια. Ήθελα να γίνω σχεδιαστής, αλλά βρέθηκα πίσω από τις κάμερες για χρόνια, κριτής. Η ζωή μού τράβηξε το χαλί κι έπρεπε τότε να ρισκάρω. Άλλαξα καριέρα, αναθεώρησα πράγματα, ήρθα σε επαφή με τα παιδικά μου όνειρα, γιατί δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς. Αν δούλευες στη μόδα τότε, έπρεπε να είσαι στη Vogue. Εγώ δεν μπορούσα να περιμένω τρεις μήνες για να αναλάβω ρόλο κι έτσι γεννήθηκε το Vassilis Zoulias Old Athens. Αν ήμουν στυλίστας σήμερα, θα ήμουν ένας στυλίστας χωρίς δουλειά. Βλέπεις ότι καμιά φορά μια μεγάλη καταστροφή ανοίγει έναν άλλο δρόμο. Το μάθημα είναι αυτό. Ότι δεν υπάρχει κακό χωρίς καλό. Δεν χάνεις κάτι όταν κάποιος φεύγει από τη ζωή σου ή χάνεις μια δουλειά. Κλείνει μια πόρτα, ανοίγει ένα τεράστιο παράθυρο. Είναι εμπειρικό αυτό… Στο ατελιέ βλέπω πολλά φωτεινά παράθυρα και πόρτες που ανοιγοκλείνουν… Αυτό το μάθημα το μοιράζεστε. Καθημερινά σχεδόν, βρίσκετε μια αφορμή.
Πώς ξεκίνησε αυτό;
Γενικότερα είμαι ένας άνθρωπος που μου αρέσει να μοιράζομαι. Και τώρα με το Facebook μπορώ να το μοιραστώ με περισσότερους φίλους. Κάποια πρωινά ξυπνάω με μια αίσθηση ευγνωμοσύνης μέσα μου. Και αισθάνομαι ότι μπορώ να ακουμπήσω κάποιους εκεί έξω που περνάνε δύσκολα αυτή την περίοδο. Στα επαγγελματικά και στα προσωπικά. Τι απολαμβάνετε περισσότερο στη δουλειά σας και τι θα προτιμούσατε να κάνει κάποιος άλλος; Απολαμβάνω τη δημιουργία, τη σύλληψη μιας ιδέας, όταν βρω το location… Όταν ενώνω τα κομμάτια του παζλ. Δεν θα ήθελα να κάνω τα οικονομικά. Έχω αναγκαστεί, the hard way, να γίνω και οικονομολόγος. Η κρίση και η κυβέρνηση μας ανάγκασαν να γίνουμε και οικονομολόγοι. Όταν ήθελα να βοηθήσω την εταιρεία μου να μείνει ανοιχτή και ζωντανή, έπρεπε να τα κάνω όλα. Και θα τα κάνω, μέχρι να υπάρχει διαδοχή. Σας ζητούν να ετοιμάσετε ένα φόρεμα για την απονομή των Όσκαρ.
Ποια είναι η ηθοποιός και πώς θα είναι το ρούχο που θα φέρει την υπογραφή σας στο κόκκινο χαλί; Είναι η Cate Blanchett, δεν υπάρχει άλλη. Θα ήθελα πάρα πολύ να ντύσω αυτή τη γυναίκα, και βέβαια θα της έβαζα κάτι memorable, για να το θυμούνται όλοι. Υπάρχουν γυναίκες που μπορεί να μην έχουν μπει ποτέ στην μπουτίκ σας, αλλά σας γνωρίζουν από τα κείμενα αυτοβοήθειας. Aυτοβιογραφική διάθεση. Γενναιοδωρία ψυχής.
Αν ήταν βιβλίο;
Γράφεται ένα βιβλίο τώρα, μυθιστόρημα για τη ζωή μου, από τη Ρέα Βιτάλη. Πολλοί μου λένε ότι πρέπει να γράψω κάτι κι εγώ σκέφτομαι να γράψω ένα βιβλίο αυτοβοήθειας. Κάποια στιγμή θα το κάνω. Θέλω να συνοδεύεται από ένα λεύκωμα με τη δουλειά μου.
Ένας πρώτος τίτλος;
My life so far.
Η χειρότερη στιγμή; Kαι η καλύτερη;
Η χειρότερη στιγμή είναι σίγουρα το πήδημά μου στο κενό. Που θέλησα να τελειώσω τη ζωή μου με έναν τρόπο που θα είχε σίγουρη επιτυχία, αλλά δεν είχε. Η καλύτερη, όταν στην τελευταία επίδειξη με αγκάλιασε η Fiona von Thyssen. Μια γυναίκα-μύθος να σου λέει αυτά τα λόγια. Στιγμή οικειότητας. Και επιβράβευσης. Μου έστειλε ένα email μετά, για να γράψει ότι στο φινάλε με τις μάσκες γέλασε και έκλαψε μαζί, στην πιο σουρεαλιστική στιγμή της ζωής της. Και είναι 84 χρονών. Ένα όνειρο για έναν άνθρωπο που δουλεύει στη μόδα. Να της έχεις αφιερώσει το σόου, να έρχεται μέσα στην καταιγίδα, να σε αγκαλιάζει και να σου λέει: «Vassili, we’ve been through worse than this and we have survived». Από τις ωραιότερες στιγμές της καριέρας μου.
Και το πήδημα στο κενό; Γελάτε με κάτι που θα έπρεπε να κλαίτε…
Όταν έκανα το πήδημα στο κενό –για να καταλάβετε την τρέλα μου με τη μόδα–, είχα ζητήσει από τη μητέρα μου να μου φέρει ένα Kenzo κοστούμι και παλτό με γούνινογιακά, δερμάτινα J.M.Weston loafers, ένα μαντίλι με λαχούρια, τα θυμάμαι όλα. Κι όταν πήδησα, φορούσα μόνο το κοστούμι. H πρώτη μου κουβέντα ήταν «γ—΄το ζω» και η δεύτερη, η ερώτηση στη μητέρα μου: «Μάζεψες το παλτό;». Αφού έζησα, ήθελα το παλτό πίσω. Είναι για γέλια. Δείχνει πως η μόδα με κρατούσε πάντα σε εγρήγορση. Και τα χρόνια όλης της κρίσης. Θα ξυπνούσα το πρωί και θα πήγαινα να δουλέψω.
You have survived. Εθισμός και εμμονές. Πώς αποφασίζει κανείς να αποκαλύψει ένα κεφάλαιο (ή και περισσότερα) από το προσωπικό του ημερολόγιο; Σήμερα στη ζωή μου δεν ντρέπομαι για τίποτε από αυτά που έχουν γίνει στο παρελθόν. Δεν είμαι περήφανος, αλλά δεν έχω και ντροπή. Οπότε μπορώ να αναφέρομαι σεαυτά, να τα κοιτάω από απόσταση, για να μεταφέρω ένα μήνυμα στον έναν άνθρωπο που μπορεί να το πάρει. Δεν μιλάω στη μάζα. Αναφέρομαι στον έναν, γιατί κι ο ένας είναι πάρα πολύ. Καμιά φορά γράφω κάτι, παίρνει 1.300 likes και υπάρχει ένα μήνυμα στο inbox. Από έναν άνθρωπο. Μόνο αυτό είναι. Δεν υπάρχει άλλος λόγος. Προσωπική προβολή δεν μου χρειάζεται. Είμαι υπεύθυνος γι’ αυτά που συμβαίνουν από την ανάρρωσή μου και μετά. Όποιος είναι σε χρήση δεν είναι υπεύθυνος γι’ αυτά που του συμβαίνουν, γιατί είναι ένας άρρωστος άνθρωπος που χρήζει άμεσης βοήθειας.
Κι εσείς; Τι φοβάστε; Υπάρχει κάτι που φοβάστε;
Όταν πρωτοάνοιξα, ήρθε ένας buyer από το Bergdorf Goodman, είδε τα παπούτσια, ζήτησε δείγματα κι έλαβα μετά ένα γράμμα που έλεγε ότι είχαν να δουν τόσο καλοφτιαγμένα παπούτσια από την Ελλάδα από τη δεκαετία του ’60. Γιατί η Ελλάδα έκανε τότε τεράστιες εξαγωγές. Και φυσικά δεν μπορέσαμε να αντεπεξέλθουμε στην παραγωγή. Οπότε πάει αυτό. Βρέθηκαν πολλοί που μου έλεγαν ωραίο το μαγαζί σου, αλλά για την Ελλάδα; Έχουν τρακάρει τρεις φορές στον δρόμο, κοιτώντας τη βιτρίνα. Αυτό το μαγαζί το έφτιαξα για να ταξιδέψει και έχει ξεκινήσει το ταξίδι του στην ξένη αγορά με την μπουτίκ στη Σαντορίνη. Τώρα δεν μου λείπει τίποτα, είμαι απόλυτα έτοιμος, περιμένω τα funds. Μόλις έρθουν, θα πετάξουμε. Mαζί με μια καλή νεράιδα; Υπάρχουν αυτές, ξέρεις. Εγώ το κατάστημα το έφτιαξα για την Αθήνα που βομβαρδίζεται. Πέρασε ο Νίκος Μπιτζάνης και μου είπε ότι είναι σαν μια παπαρούνα στην έρημο… Βλέποντας τη βιτρίνα ή εμένα σήμερα, φρεσκοξυρισμένο και αρωματισμένο, δεν ξέρεις τι πραγματικά συμβαίνει μέσα μου. Το ίδιο συμβαίνει και με τις επιχειρήσεις. Είναι η βιτρίνα. Και καλώς είναι αυτό. We have to look our best. Δεν θα σου δείξω τον πόνο μου. Ούτε στη δουλειά μου, ούτε στην εμφάνισή μου. Η κρίση έχει κάνει ένα καλό. Υπάρχει εσωστρέφεια και ξεκινούν μικρές παραγωγές πάλι, όπως στη δεκαετία του ’80, ζει αναγέννηση η ελληνική παραγωγή. Ιδανική πελάτισσα; Και η χειρότερη; Η μπερδεμένη νύφη. Όχι η μαμά της; Η ίδια. Έχουμε βάλει όριο ότι δεχόμαστε μέχρι τρία άτομα. Σκεφτόμαστε να χρεώνουμε και το ραντεβού, όπως όταν πηγαίνεις στον ψυχίατρο… Και η ιδανική πελάτισσα; Η απρόσωπη γυναίκα. Είχαν έρθει δύο κορίτσια, δίδυμα, για το prom dress, μετρούσαν τα χρήματά τους για να δουν αν έφταναν και πήραν ευλαβικά στην αγκαλιά τους ένα παπούτσι με βολάν από πίσω, πολύ ιδιαίτερο. «Φανταστείτε σε χιλιάδες χρόνια να γίνουν ανασκαφές και να βρουν αυτό το ζευγάρι σε ένα κουτί… Θα πουν: “Κοίτα τι πολιτισμό είχαν στην Ελλάδα”». Δεν νομίζω ότι μου έχουν πει ωραιότερο πράγμα».
10 WOMEN CODES: Mην ακούτε τους άνδρες για τίποτε πέρα από τη γνώμη τους για το ντύσιμό σας. Τόλμησε να μην είσαι ίδια με όλες τις άλλες. Μην ακολουθείς τυφλά τη μόδα. Αλλάζει πολύ γρή- γορα και θα κουραστείς. Σου αξίζει μόνο το καλύτερο στις σχέσεις και τίποτα λιγότερο. Δεν πάμε συνέχεια στη βρύση που δεν τρέχει. Πριν βγεις από το σπίτι, κοίταξε στον καθρέφτη και αφαίρεσε κάτι. Πάντα να ντύνεσαι σε σχέση με την ηλικία σου. Είσαι καταδικασμένη… Να πετύχεις και να ευτυχήσεις. Πριν αποφασίσεις για μια εμφάνιση, σκέψου. Θα το φόραγε η Jackie, η Grace και η Audrey; Aν ναι, είσαι σε καλό δρόμο. Ο στόχος σου να είναι πάντα η κομψότητα και τίποτε άλλο. Το μόνο που αναγνωρίζουν και διακρίνουν όλοι οι άνδρες ανεξαρτήτως ηλικίας και μόρφωσης…
10 MEN CODES: Να είσαι πάντα εν εγρηγόρσει. Όλα μπορείς να τα αγοράσεις, εκτός από την αγάπη, την υγεία και το στυλ… Ίσως μπορείς να ξεφύγεις με πολλά. Όχι με φθηνά παπούτσια. Η ευγένεια στον άνδρα είναι το δυνατότερο όπλο. Η πραγματική δύναμη έρχεται συχνά και από την παραδοχή μιας ήττας. Να δίνεις σαν να μην υπάρχει αύριο. Αλλά να μην ξοδεύεις έτσι. Ράψε το πρώτο σου πουκάμισο. Ποτέ δεν είναι αργά. Αφέσου στη διαθέσιμη αγάπη. It won’t kill you, you know. Να έχεις ευγνωμοσύνη για όλα, κυρίως για τα απλά και καθημερινά. Τα μάτια κλείνουν τις μεγάλες δουλειές.