Johan Cruyff: Total football
[ssba]

του Μισέλ Νικολαρέα

Οραματιστής, προβοκάτορας αναμορφωτής, εμπνευστής, δημιουργός, μάστορας, ανταγω-νιστικός, ανατρεπτικός, υπεροπτικός, εφευρετικός, αιρετικός. Είναι μερικά από τα επίθετα που μπορούν να περιγράψουν τον πολυσχιδή χαρακτήρα του Johan Cruyff. Ο γιος της καθαρίστριας του Άγιαξ έγραψε ποδοσφαιρική ιστορία τόσο ως παίκτης όσο και ως προπονητής. Η παγκόσμια ποδοσφαιρική κοινότητα τον κατατάσσει δίπλα στον Πελέ και στον Μαραντόνα και εδώ ίσως υπάρχει μια μικρή αδικία γιατί ο JC –κατά πολλούς– θα έπρεπε να είναι το κορυφαίο όνομα στη λίστα αυτή. Ο JC συγκρούστηκε με το παλαιό ποδοσφαιρικό κατεστημένο και ως ποδοσφαιριστής και ως προπονητής. Στη μακρόχρονη καριέρα του ίσως έκανε περισσότερους εχθρούς από φίλους, αλλά ακόμα και οι εχθροί του τελικά υποκλίθηκαν στο ποδοσφαιρικό του «μεγαλείο».

Εμπνευστής και δημιουργός του «ολοκληρωτικού» ποδοσφαίρου, άλλαξε ριζικά την ποδοσφαιρική νοοτροπία και οι διδαχές του εξακολουθούν να επηρεάζουν μεγάλες ομάδες, όπως την Μπαρτσελόνα και την Μπάγερν Μονάχου. Όπως κάποτε είχε πει ο Ολλανδός συγγραφέας Arthur Van den Boogaard, ο JC έλυσε το «μεταφυσικό πρόβλημα» του ποδοσφαίρου. Αυτό που εννοούσε είναι ότι, αν παίζεις «κροϊφικού στυλ» ποδόσφαιρο, με σχετικά καλούς ποδοσφαιριστές, είναι πολύ δύσκολο να χάσεις. Ο JC ήταν ο πατέρας του μοντέρνου ποδοσφαίρου. Αυτό σημαίνει να είσαι influencer. Πολύ πριν γίνει μόδα οι ποδοσφαιριστές να διαλέγουν το νούμερο της φανέλας τους, ο JC ήταν ο πρώτος που φόρεσε φανέλα με νούμερο μεγαλύτερο από το 11. Διάλεξε και κράτησε για πάντα το Νο 14, για καλή τύχη, μετά από νίκη του Άγιαξ με την PSV Eindhoven. Μετά τον θάνατό του, μεγάλος χρηματιστηριακός οίκος έδωσε παραγγελία αγοράς 14 μετοχών του Άγιαξ. Η τιμή της μετοχής ανέβηκε 4% εκείνη την ημέρα. Ακολουθώντας την παράδοση που ξεκίνησε ο πατέρας του, ο γιος του, Jordi, ήταν ο πρώτος ποδοσφαιριστής που στη φανέλα του αναγραφόταν το μικρό του όνομα (Jordi) και όχι το επίθετο (Cruyff).

Cruyff και Άγιαξ

Ήταν παίκτης του Άγιαξ το 1974, όταν στο 23΄ του τελικού του Παγκοσμίου Κυπέλλου αποσβόλωσε τον Σουηδό αμυντικό Jan Olsson πραγματοποιώντας την ντρίπλα που αργότερα θα ονομαζόταν «στροφή Κρόιφ», γράφοντας ιστορία και αλλάζοντας για πάντα το ποδόσφαιρο. Ο JC αποδόμησε το απαρχαιωμένο στήσιμο των ομάδων και σαν χορογράφος το αναδόμησε από την αρχή, πετώντας καθετί ξεπερασμένο κατ’ αυτόν και κάνοντας το παιχνίδι επιθετικό και πολύ πιο γρήγορο.

Ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο

Στην προσπάθεια αυτή δεν ήταν μόνος, είχε την καθοδήγηση του προπονητή του Rinus Michels. Μαζί έθεσαν τις βάσεις και δημιούργησαν αυτό που αργότερα θα ονομαζόταν «ολοκληρωτικό» ποδόσφαιρο και θα καθόριζε τον ίδιο αλλά και τον Ά γιαξ.

Ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο σημαίνει ότι κάθε παίκτης μπορεί να εμφανιστεί ανά πάσα στιγμή οπουδήποτε στο γήπεδο, ανεξάρτητα από τη θέση που παίζει, και να εκτελέσει άλλο ρόλο από τον προκαθορισμένο. Η θεωρία ήταν ότι οι επιθετικοί θα μπορούσαν να παίξουν «άμυνα» και οι αμυντικοί και μέσοι να παίξουν επίθεση. Το ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο και ο Άγιαξ σάρωσαν τα ευρωπαϊκά κύπελλα μεταξύ 1971 και 1973 και χωρίς τον JC η φιλοσοφία του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου θα είχε πεθάνει στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Εποχή που οι περισσότεροι «ολοκληρωτικοί» ποδοσφαιριστές είχαν αποσυρθεί και η μόδα του «κατενάτσιο» (αμυντικού ποδοσφαίρου) είχε φτάσει ακόμα και στην Ολλανδία. Ο εκρηκτικός του χαρακτήρας τον έκανε να φύγει από τον Άγιαξ δύο φορές. Το 1973 ως παίκτης αισθάνθηκε προσβεβλημένος όταν οι συμπαίκτες του ψήφισαν για αρχηγό της ομάδας τον Piet Keizer και αποχώρησε για την Μπαρτσελόνα.

Cruyff και Μπαρτσελόνα

Η Μπαρτσελόνα μεταμορφώθηκε από τον JC ούτε μία φορά ούτε δύο. Μεταμορφώθηκε για πάντα. Ως παίκτης ο «ιπτάμενος Ολλανδός» οδήγησε την Μπάρτσα στον πρώτο της τίτλο μετά από 14 χρόνια, και ως προπονητής στο πρώτο της ευρωπαϊκό κύπελλο. Ο JC πήγε στην Μπάρτσα ως παίκτης το 1973. Τρεις φορές πρωταθλητής Ευρώπης και ο καλύτερος παίκτης του κόσμου, θα μπορούσε να πάει στη Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά δεν το έκανε. Εν μέρει, γιατί ο Άγιαξ τον είχε «πουλήσει» εκεί. Είναι ανήθικο, είχε πει. «Εγώ αποφασίζω». Πηγαίνοντας στην Μπάρτσα, έγινε ο πιο ακριβός παίκτης του κόσμου και η καλύτερη «επένδυση» που έκανε ποτέ η ομάδα της Καταλονίας. Στο τέλος εκείνης της χρονιάς ήταν πρωταθλητές πρώτη φορά από το 1960.

Ως προπονητής επέστρεψε το 1988. Με τον JC στο τιμόνι, η Μπάρτσα κέρδισε τέσσερα πρωταθλήματα στη σειρά και το Ευρωπαϊκό ενάντια στη Σαμπντόρια στο Wembley, τον Μάιο του 1992. Ο άνθρωπος που κέρδισε σχεδόν τα πάντα ηττήθηκε από τον καρκίνο του πνεύμονα, στις 24 Μαρτίου 2016. Λίγα χρόνια πριν, είχε πει το εξής: Το ποδόσφαιρο μου έδωσε τα πάντα. Το τσιγάρο μού τα πήρε πίσω. Ήταν 68 ετών.

 

[ssba]
Popular
Recent
About Men